Το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (ΕΔΔ) για ποινικές υποθέσεις
Το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (ΕΔΔ) για ποινικές υποθέσεις, το οποίο συνεστάθη το 1997, είναι ένα δίκτυο συνδέσμων στα κράτη μέλη που έχουν επιλεγεί μεταξύ των δικαστικών ή άλλων αρχών, με συγκεκριμένες αρμοδιότητες στον τομέα της διεθνούς δικαστικής συνεργασίας.
Σκοπός του ΕΔΔ είναι η βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε νομικό και πρακτικό επίπεδο, με τελικό στόχο την καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκληματικότητας, όπως είναι το οργανωμένο έγκλημα, η δωροδοκία, η διακίνηση ναρκωτικών ή η τρομοκρατία.
Η αρχή που εμπνέει το ΕΔΔ είναι απλή: αφορά τον εντοπισμό των κατάλληλων ανθρώπων σε όλα τα κράτη μέλη, οι οποίοι διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, με σκοπό τη δημιουργία δικτύου εμπειρογνωμόνων που θα διασφαλίζει την ορθή εκτέλεση των αιτήσεων αμοιβαίας νομικής συνδρομής. Ο ρόλος του ΕΔΔ καθίσταται ιδιαίτερα σημαντικός στο πλαίσιο της εφαρμογής της αρχής των άμεσων επαφών μεταξύ αρμοδίων δικαστικών αρχών.
Το ΕΔΔ αποτελείται από συνδέσμους προερχόμενους από τα κράτη μέλη και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι εθνικοί σύνδεσμοι διορίζονται από κάθε κράτος μέλος και προέρχονται από τις κεντρικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διεθνή δικαστική συνεργασία, τις δικαστικές αρχές και άλλες αρμόδιες αρχές με συγκεκριμένα καθήκοντα στον τομέα της διεθνούς δικαστικής συνεργασίας εν γένει αλλά και για ορισμένες σοβαρές μορφές εγκληματικότητας όπως είναι το οργανωμένο έγκλημα, η δωροδοκία, η διακίνηση ναρκωτικών ή η τρομοκρατία.
Καθήκοντα των συνδέσμωνΟι σύνδεσμοι είναι «ενεργοί διαμεσολαβητές» που καθήκον τους είναι να διευκολύνουν τη δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως για την καταπολέμηση σοβαρών μορφών εγκληματικότητας. Η απόφαση του Συμβουλίου για το ΕΔΔ αναφέρει ότι οι σύνδεσμοι παρέχουν τη δυνατότητα στις τοπικές αρμόδιες αρχές «να συνάπτουν τις πλέον κατάλληλες άμεσες επαφές».
Άλλα καθήκοντα των συνδέσμων περιλαμβάνουν την παροχή νομικών και πρακτικών πληροφοριών στις τοπικές αρχές, οι οποίες τους είναι απαραίτητες προκειμένου να ετοιμάσουν αποτελεσματικά αίτηση δικαστικής συνεργασίας, καθώς και τον συντονισμό των καθηκόντων σε περιπτώσεις όπου μια σειρά αιτήσεων από τις τοπικές δικαστικές αρχές σε ένα κράτος μέλος χρειάζεται συντονισμένη δράση σε ένα άλλο κράτος μέλος.